Ο άνθρωπος που σίγησε το Μαρακανά

2015-07-31 14:41

Το Μουντιάλ του 1950 ήταν μία διοργάνωση που έμεινε στην ιστορία των Παγκοσμίων Κυπέλλων για πολλούς λόγους. Πριν ακόμη οι ομάδες που θα συμμετείχαν ριχτούν στη μάχη, η διοργάνωση αυτή ήταν έτσι κι αλλιώς σημαδιακή. Επρόκειτο για το πρώτο μεταπολεμικό Μουντιάλ, αφού μέχρι τότε είχαν διεξαχθεί μόλις τρία τουρνουά, το 1930, το 1934 και το 1938, πριν η καθιερωμένη πια ποδοσφαιρική γιορτή που όλος ο πλανήτης περιμένει κάθε τετραετία να δει διακοπεί ξαφνικά λόγω του Β' Παγκοσμίου Πολέμου.

Ακόμη, το Μουντιάλ αυτό είχε κάτι ξεχωριστό γιατί θα διεξαγόταν για πρώτη φορά στη Βραζιλία, σε μια χώρα που μπορεί να μη “γέννησε” το ποδόσφαιρο, αλλά σίγουρα το αποθέωσε και που οι κάτοικοί της ζουν και αναπνέουν για αυτό. Βέβαια, το Μουντιάλ του 1950 θα έμενε στην ιστορία και για τα όσα ακολούθησαν στη διάρκεια των αγώνων του και συγκεκριμένα τα όσα διαδραματίστηκαν στο τελευταίο παιχνίδι του (κακώς αναφέρεται ως τελικός, θα δείτε στη συνέχεια γιατί). Τέλος, η διοργάνωση αυτή είχε και έναν μεγάλο πρωταγωνιστή, έναν άνθρωπο που θα έμενε στην ιστορία με ένα και μόνο γκολ του. Ο λόγος για τον Αλσίδες Γκίτζια, ο οποίος μόλις χθες, σε ηλικία 88 ετών, άφησε την τελευταία του πνοή, ακριβώς 65 χρόνια μετά το ιστορικό του κατόρθωμα.

Η διοργάνωση εκείνη είχε μία πρωτότυπη και μοναδική μέχρι σήμερα μορφή διεξαγωγής, αφού οι 15 ομάδες που πήραν μέρος χωρίστηκαν σε τέσσερεις ομίλους (στη συνέχεια αποχώρησαν Ινδία και Γαλλία). Το σύστημα των ομίλων δεν ήταν φυσικά κάτι πρωτόγνωρο, αφού είχε χρησιμοποιηθεί και στο πρώτο Μουντιάλ της Ουρουγουάης το 1930, παρά το γεγονός πως είχε εγκαταλειφθεί στα δύο επόμενα που μεσολάβησαν. Το αξιοσημείωτο είναι πως οι τέσσερις πρώτες ομάδες κάθε ομίλου θα σχημάτιζαν έναν νέο όμιλο και όποια ομάδα κατάφερνε να τερματίσει πρώτη σε αυτόν θα έπαιρνε και τον τίτλο της παγκόσμιας πρωταθλήτριας. Επρόκειτο λοιπόν για το μοναδικό Μουντιάλ που δεν είχε τελικό αλλά αγώνες ομίλων έως το τέλος, ένα μοντέλο πάντως που δεν είχε και ιδιαίτερη απήχηση και δεν εφαρμόστηκε ξανά.

Η εθνική ομάδα της Βραζιλίας μπήκε σε αυτό το Μουντιάλ ως το απόλυτο φαβορί και οι απανταχού Βραζιλιάνοι είχαν στήσει το δικό τους πάρτι πριν καν την έναρξη της διοργάνωσης! Βλέπετε, ένα χρόνο πριν η “σελεσάο” είχε κατακτήσει το Κόπα Αμέρικα σκοράροντας 46 γκολ σε 8 παιχνίδια (!) και με το Μουντιάλ να διεξάγεται στη “χώρα του καφέ” κανένας δεν πίστευε πως υπήρχε περίπτωση να χάσει η Βραζιλία την ευκαιρία να στεφθεί για πρώτη φορά στην ιστορία της πρωταθλήτρια κόσμου. Άλλωστε, οι “καριόκας” επιβεβαίωσαν και με την παρουσία τους στη διοργάνωση τον τίτλο του απόλυτου φαβορί, αφού πέρασαν αήττητοι την πρώτη φάση και στα δύο πρώτα παιχνίδια του τελικού ομίλου διέλυσαν με 7-1 τη Σουηδία και με 6-1 την Ισπανία. Όλα έδειχναν πως δεν υπήρχε τίποτα που να μπορεί να σταματήσει την πορεία της Βραζιλίας προς τον τίτλο και στο τελευταίο παιχνίδι του ομίλου κόντρα στην Ουρουγουάη της αρκούσε ακόμα και η ισοπαλία για να πανηγυρίσουν την κατάκτηση της κορυφής του κόσμου.

Οι Ουρουγουανοί ήθελαν μόνο νίκη αλλά κανένας δεν τους έδινε τύχη. Την ημέρα του παιχνιδιού, στις 16 Ιουλίου 1950, το χωρητικότητας 200.000 θεατών “Μαρακανά” έμοιαζε πολύ μικρό για να χωρέσει τη “δίψα” των Βραζιλιάνων, που είχαν σίγουρο πως θα δουν τη χώρα τους παγκόσμια πρωταθλήτρια. Χαρακτηριστικό είναι πως σύμφωνα με αναφορές της εποχής, οι Βραζιλιάνοι είχαν φτιάξει μετάλλια, είχαν τυπώσει μπλούζες και είχαν συνθέσει ακόμη και... τραγούδι που να εξιστορεί την επιτυχία που επρόκειτο να έρθει! Όπως γίνεται κατανοητό, η Ουρουγουάη λογιζόταν απλώς ως η επίσημη προσκεκλημένη της γιορτής που είχε στηθεί από νωρίς στο Ρίο ντε Τζανέιρο και σε ολόκληρη τη χώρα.

    Το ιστορικό Μαρακανά εν έτει 1950

Το παιχνίδι ξεκίνησε με τους καλύτερους οιωνούς για τη Βραζιλία, αφού ο Φριάσα την έβαλε μπροστά στο σκορ στο 47ο λεπτό. Δεκαεννέα λεπτά αργότερα ο Σκιαφίνο ισοφάρισε για την Ουρουγουάη, όμως ακόμη και τότε κανένας δεν υποψιάστηκε την ποδοσφαιρική τραγωδία που είχε αρχίσει ήδη να γράφεται για τους Βραζιλιάνους. Έντεκα λεπτά πριν το τέλος, ο Αλσίδες Γκίτζια θα βρεθεί σε θέση βολής, θα σουτάρει στην κλειστή γωνία του Βραζιλιάνου γκολκίπερ Μοασίρ Μπαρμπόσα και θα σκοράρει, βάζοντας την Ουρουγουάη σε θέση οδηγού με 2-1, απλώνοντας σε όλο το “Μαρακανά” τη σιωπή και τιμωρώντας την αλαζονεία των Βραζιλιάνων. Το σκορ αυτό έμεινε μέχρι το τέλος και σφράγισε τον δεύτερο θρίαμβο της “σελέστε” στην ιστορία των Παγκόσμιων Κυπέλλων, γράφοντας παράλληλα και την πιο δραματική σελίδα στην ιστορία του βραζιλιάνικου ποδοσφαίρου.

   Ο Αλσίδες Γκίτζια κάνει το 1-2 και "παγώνει" το Μαρακανά

Οι Βραζιλιάνοι ήταν συντετριμμένοι, σχεδόν κανένας δε μπόρεσε να κρύψει τα δάκρυά του ενώ κάποιοι έφτασαν ακόμη και μέχρι την αυτοκτονία! Τραγική φιγούρα είναι ο τερματοφύλακας της ομάδας, Μοασίρ Μπαρμπόσα, ο οποίος-χωρίς να φταίει ιδιαίτερα-θεωρήθηκε ως ο υπαίτιος αυτής της ήττας και καταδικάστηκε για τα επόμενα 50 χρόνια, μέχρι το τέλος της ζωής του, να ζει σαν απόκληρος στην ίδια του τη χώρα! Χαρακτηριστικό είναι ότι όταν το 1993 επισκέφθηκε την ομάδα για να της ευχηθεί καλή επιτυχία, του ζητήθηκε ευγενικά να αποχωρήσει ενώ λέγεται πως όταν σταμάτησε το ποδόσφαιρο έπιασε δουλειά ως φύλακας του “Μαρακανά” και έκαψε τα ξύλινα δοκάρια του τέρματος στο οποίο είχε δεχθεί εκείνο το γκολ.

Ο μεγάλος πρωταγωνιστής όμως ήταν ο Αλσίδες Γκίτζια. Ένας ποδοσφαιριστής ο οποίος δεν είχε ιδιαίτερη παρουσία στην εθνική του ομάδα, καθώς σε όλη την καριέρα του κατέγραψε μόλις 12 συμμετοχές με τη “σελέστε” και σκόραρε 4 γκολ, ένα από αυτά όμως έμελλε να είναι ιστορικό. Η μοίρα το ήθελε έτσι ώστε ο ήρωας του Μουντιάλ του 1950 για την Ουρουγουάη να φύγει από τη ζωή ανήμερα της επετείου εκείνης της ανεπανάληπτης ημέρας, 65 χρόνια αργότερα. Μέχρι τη στιγμή του θανάτου του ήταν ο γηραιότερος παγκόσμιος πρωταθλητής εν ζωή, πάντα όμως ο Γκίτζια θα κατέχει μία ξεχωριστή θέση στην ιστορία του παγκόσμιου ποδοσφαίρου για το γκολ του εκείνο το απόγευμα στο “Μαρακανά”. Άλλωστε, όπως είχε δηλώσει και ο ίδιος κάποια στιγμή για το κατόρθωμά του και για το πόσο είχε πληγώσει τους Βραζιλιάνους: “Μόνο τρεις άνθρωποι έχουν κάνει το Μαρακανά να σωπάσει. Ο Πάπας, ο Φρανκ Σινάτρα και... εγώ”.

                                                                                                                                                                    ΑΝΔΡΕΑΣ ΛΕΚΑΚΗΣ

Πηγή: "Στιγμές Μουντιάλ", Χρήστος Σωτηρακόπουλος, εκδόσεις "ΤΟΠΟΣ", 2014
Πίσω